top of page
Αναζήτηση
Εικόνα συγγραφέαrosebud

ΟΙ ΑΓΡΙΟΙ ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ του Ρομπέρτο Μπολάνιο

Έγινε ενημέρωση: 30 Μαρ 2022



ΟΙ ΑΓΡΙΟΙ ΝΤΕΤΕΚΤΙΒ του Ρομπέρτο Μπολάνιο, μτφ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτης, 2009 [Los detectives salvajes, Roberto Bolaño, 1998]


Ταξίδι στην έρημο των ποιητών


«Θέλετε τη σωτηρία του Μεξικού; Θέλετε να γίνει ο Χριστός βασιλέας μας;» «Όχι».

Μάλκολμ Λόουρι


O σπουδαίος Xιλιανός συγγραφέας Ρομπέρτο Μπολάνιο (1953-2003), την τελευταία πενταετία της ζωής του, παραδίδει δύο από τα εξοχότερα μυθιστορήματα της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας: Oι άγριοι ντετέκτιβ και το 2666 (εκδ. ΑΓΡΑ). Οι άγριοι ντετέκτιβ είναι ένα έργο-ποταμός, προσφέρει στον αναγνώστη υλικό τόσο πλούσιο για περαιτέρω εξερεύνηση αλλά και αναγνωστική απόλαυση συνάμα. Το γενικό θέμα του είναι η ιστορία -με τη μορφή της αναζήτησης και της έρευνας- της μεξικανικής ποίησης από το 1920 έως το 2000, ένας διάλογος μεταξύ των ποιητών της πρωτοπορίας του 1920 και των ενστικτορεαλιστών του 1970 στο Μεξικό και η αντίθεσή τους με την καθιερωμένη τάξη της ποίησης. [ Εξηγούμαι, οι ενστικτορεαλιστές των Άγριων ντετέκτιβ αντιστοιχούν με το πραγματικό λογοτεχνικό κίνημα του infrarealismo (υπορεαλισμού) που ίδρυσε ο Μπολάνιο το 1975 στην Πόλη του Μεξικού μαζί με τον φίλο του ποιητή Μάριο Σαντιάγο]. Μην τρομάζετε, δεν πρόκειται για βιβλίο γεμάτο με θεωρίες και αναλύσεις, αλλά με καταιγιστική δράση και ποίηση ενσαρκωμένη σε ζωή· η λογοτεχνική θεωρία μετουσιώνεται σε εμπειρία και περιπέτεια. Βρισκόμαστε το 1975 στην Πόλη του Μεξικού, όπου οι ηγέτες της ποιητικής ομάδας του ενστικτορεαλισμού, Αρτούρο Μπελάνο και Ουλίσες Λίμα, μαζί με ένα νεαρό μέλος της ομάδας τον Χουάν Γκαρσία Μαδέρο και την πόρνη Λούπε, όντας οι ίδιοι κυνηγημένοι από τον προστάτη της Λούπε, ξεκινούν ένα ταξίδι στην έρημο της Σονόρα για να ανακαλύψουν τις ρίζες του κινήματός τους, στο πρόσωπο της Σεσάρεα Τιναχέρο, εξαφανισμένης από το 1920, που όπως έμαθαν βρίσκεται εκεί.


Αξίζει να ασχοληθεί κανείς με τη δομή του βιβλίου:

Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη, το πρώτο «Μεξικανοί χαμένοι στο Μεξικό 1975», ένα μυθιστόρημα μαθητείας/ενηλικίωσης, γραμμένο σε μορφή ημερολογίου από τον Χουάν Γκαρσία Μαδέρο σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Ο δεκαεπτάχρονος Μαδέρο μυείται στο ποιητικό ρεύμα του ενστικτορεαλισμού αλλά και στη ζωή που αυτό συνεπάγεται: γνωριμία των σαρκικών απολαύσεων, έρωτες, καταχρήσεις, ζωή στα άκρα, περιθώριο, ρήξη με το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον, εξερεύνηση της ατομικής ελευθερίας, ποίηση μέχρι εσχάτων ορίων. Γνωρίζεται με τους ηγέτες της ομάδας τον Αρτούρο Μπελάνο και τον Ουλίσες Λίμα, και με έναν κωμικοτραγικό τρόπο ξεκινούν μαζί σε ένα ταξίδι περιπλάνησης-καταδίωξης μέχρι να βρουν τη Σεσάρεα Τιναχέρο.

Το δεύτερο μέρος «Οι άγριοι ντετέκτιβ (1976-1996)» -πολυσέλιδο και με αφηγηματικό ενδιαφέρον από πολλές απόψεις- εκτείνεται χρονικά από το 1976 έως το 1996 σε τρεις ηπείρους, είναι ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα, όπου εμφανίζονται με χρονολογική σειρά πάνω από 50 αφηγητές (κάποιοι από το πρώτο μέρος αλλά και πολλοί άλλοι εισάγονται για πρώτη φορά) με πρωτοπρόσωπη άμεση, ζωντανή αφήγηση, οι οποίοι διηγούνται στον αόρατο ακροατή/αναγνώστη(;) πώς διασταυρώθηκαν με τον Μπελάνο και τον Λίμα σε κάποια στιγμή της ζωής τους και τι σκέπτονται γι’ αυτούς. Τα πρόσωπα αυτά είναι ετερόκλητα, μπορεί να είναι ποιητές, γυναίκες που τους γνώρισαν, ερωμένες, φοιτητές, ανταποκριτές φωτογράφοι, εκδότες, παλαίμαχοι ταυρομάχοι, κατασκόποι, τυχοδιώκτες κ.ά. Οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές δεν μιλούν άμεσα ποτέ, τους γνωρίζουμε από τις αφηγήσεις των άλλων, κάτι που δημιουργεί μια μυθοποιημένη εικόνα τους. Αυτές οι πολλαπλές αφηγηματικές φωνές δημιουργούν, επίσης, μια σφαιρική εικόνα των πρωταγωνιστών με αλληλοσυγκρουόμενα χαρακτηριστικά, οι δε αφηγήσεις παραμένουν πάντα ανοιχτές και ημιτελείς, τα κομμάτια του παζλ δεν εφαρμόζουν πάντα. Το μέρος αυτό, το διαπερνά μια διακοπτόμενη κατακερματισμένη αφήγηση, η μόνη που διαρκεί σχεδόν ένα εικοσιτετράωρο του Ιανουαρίου του 1976, του γηραιού Αμαδέο Σαλβατιέρα, του ανθρώπου που γνώρισε την Σεσάρεα και κατέχει το μοναδικό αντίγραφο του περιοδικού της, που περιέχει ένα ποίημα της. Οι διηγήσεις του Αμαδέο, μεταξύ μεσκάλ, καπνού και νύστας -σαν ένας μάντης Τειρεσίας-, είναι το νήμα που ενώνει την ιστορία και την προχωρά στο τρίτο μέρος.


Το τρίτο μέρος, «Οι έρημοι της Σονόρα (1976)», που συνεχίζει από το τέλος του πρώτου σε ημερολογιακή μορφή από τον Μαδέρο, είναι ένα μυθιστόρημα δρόμου ή και νουάρ, όπου ξεκινά η αναζήτηση της Σεσάρεα στην έρημο της Σονόρα, έναν τόπο φορτισμένο, μια άγνωστη γη, έναν χώρο περιπέτειας και προσκυνήματος ταυτόχρονα. Οι ήρωές μας περιπλανώνται στην έρημο αναζητώντας μια αγνοούμενη ποιήτρια ή τις ρίζες τους, ενώ καταδιώκονται από τον Αλμπέρτο (προστάτη της Λούπε). Θα ξεφύγουν από τους διώκτες τους; Θα ανακαλύψουν τη Σεσάρεα - είναι πρόσωπο υπαρκτό; Ταυτίζεται με τα ιερά και όσια της ποίησής τους; Και μετά τι;



Το βιβλίο παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον διότι όχι μόνο είναι το πιο αυτοβιογραφικό έργο του συγγραφέα, όπου ο Αρτούρο Μπελάνο είναι το alter ego του και αντίστοιχα ο Ουλίσες Λίμα του Μάριο Σαντιάγο, αλλά γιατί ανασυνθέτει μια εποχή που το κίνημα του infrarealismo αναζητά τις ρίζες του στη χρυσή εποχή των estridentistas της δεκαετίας του ’20 και έρχεται σε ρήξη με τη γενιά του κανόνα της μεξικανικής λογοτεχνίας, στην όποια ανήκει και ο Οκτάβιο Πας - στον οποίο άλλωστε αναφέρεται πολλές φορές και του δίνει αφηγηματική φωνή μέσω της γραμματέως του στο δεύτερο μέρος του βιβλίου. Όλες οι συναντήσεις που περιγράφονται με εκδότες περιοδικών, το ταξίδι του Λίμα στο συνέδριο ποιητών στη Νικαράγουα, η έκθεση στη Μαδρίτη, τα διαρκή ταξίδια και περιπλανήσεις των μυθιστορηματικών ηρώων έχουν τις αντιστοιχίες τους στην πραγματική πορεία της ομάδας των υπορεαλιστών. Και όλα αυτά προς τι τελικά; Φαίνεται πως οι ποιητικές πρωτοπορίες, τα μανιφέστα και τα περιοδικά, εξαφανίστηκαν με την ίδια ταχύτητα με την οποία δημιουργήθηκαν. Αυτό είναι και το συμπέρασμα του καθηγητή Ερνέστο Γκαρσία Γκράχαλες το 1996, μοναδικού μελετητή του κινήματος των ενστικτορεαλιστών, που μας ενημερώνει για την τύχη των μελών του: μερικοί πεθαμένοι, άλλοι συμβιβασμένοι με άλλες μορφές τέχνης, οι περισσότεροι φασματικές μορφές κάποιου κινήματος. Νωρίτερα, στην Έκθεση Βιβλίου της Μαδρίτης το 1994, διάφοροι ποιητές και λογοτέχνες περιγράφουν το τοπίο εξέλιξής τους έχοντας ανταλλάξει τη δημιουργικότητα και την πνευματικότητά τους με νούμερα πωλήσεων.


Κατά το πέρασμα στον 21ο αιώνα, οι εθνικιστικές πολιτικές των χωρών της Λατινικής Αμερικής περιθωριοποίησαν τις νέες ποιητικές φωνές, τις φόρτωσαν με τον χαρακτηρισμό του «καταραμένου» ποιητή, ώστε τα νεανικά ιδανικά τους, η επαναστατικότητα, η προσπάθεια να φτάσουν το λογοτεχνικό απόλυτο και να ενώσουν τη ζωή με τη λογοτεχνία, ο αγώνας τους ενάντια στην κατεστημένη αστική κοινωνία τους μετέτρεψε σε θύματά της. Έτσι και ο Μπολάνιο οδηγεί τους ποιητές του λίγο λίγο στην τρέλα και στη μοναξιά χάνοντας τη σωματική και την ψυχική τους υγεία, γίνονται δραπέτες, δολοφόνοι αλλά ταυτόχρονα αγαπούν βαθιά, είναι γενναίοι, πονόψυχοι, τολμούν εκεί που άλλοι λιποψυχούν. Πρόκειται για ναρκισσιστικές, αλτρουιστικές και αυτοκαταστροφικές προσωπικότητες που καίγονται στο ίδιο το φως που εκπέμπουν· αμφιλεγόμενοι και συγκρουσιακοί χαρακτήρες που ο αναγνώστης νιώθει γι’ αυτούς, διαρκώς, αμφίρροπα συναισθήματα.


Το «τέλος» του βιβλίου συμβαίνει με διπλή έννοια, μια χρονική και μια εννοιολογική. Το χρονικό τέλος (1996) βρίσκεται στο δεύτερο μέρος, στο κεφάλαιο 26 στην αφήγηση του καθηγητή Ερνέστο Γκαρσία Γκράχαλες. Όμως το ενδιαφέρον συγκεντρώνεται στο κλείσιμο του τρίτου μέρους με τα οπτικά αίνιγματα ορθογώνιων παραλληλόγραμμων, όπου αμέσως ο αναγνώστης τα συνδέει με το μοναδικό οπτικό ποίημα της Σεσάρεα Τιναχέρο και την αποκρυπτογράφησή του διαμέσου του ονείρου του Ουλίσες Λίμα, καθώς και με τις παιδικές κρυμμένες εικόνες/αινίγματα που διασκεδάζουν στο αυτοκίνητο τους ήρωές μας καθώς περιπλανώνται. Η παιγνιώδης ευχαρίστηση που αντλεί κανείς από την ποίηση και η σύνδεσή της με την παιδική ηλικία δεν φαίνεται να είναι τόσο τυχαία αναφορά.

Ο Μπελάνιο είναι δεινότατος αφηγητής, κατορθώνει με τους Άγριους ντετέκτιβ να συγκεράσει τη διαδρομή της ποίησης και τη σύνδεσή της με τη ζωή, την κοινωνία και την πολιτική, με μυθιστορηματικό- περιπετειώδη-βιωματικό τρόπο, με φαντασία, χιούμορ, σαρκασμό, συναρπαστικές και απίθανες ιστορίες στα όρια του ονείρου και του φανταστικού ή και του γκροτέσκου, μερικές φορές. Πραγματικά απολαμβάνεις την ανάγνωση και στο τέλος αναρωτιέσαι για τις αξίες της ποίησης/λογοτεχνίας στον σύγχρονο κόσμο, αλλά και τι να απέγινε ο νεαρός Χουάν Γκαρσία Μαδέρο.


ΥΓ.1. Το έργο του μεταφραστή Κώστα Αθανασίου από τα ισπανικά ήταν άθλος και το συνοπτικό αλλά περιεκτικό σημείωμά του απαραίτητο για την κατανόηση του βιβλίου και απαρχή για περαιτέρω έρευνα.


YΓ.2. Πληροφορίες για τον infrarealismo/υπορεαλισμό

https://www.chicagoreview.org/issues/issue-6003-2/

https://es.wikipedia.org/wiki/Infrarrealismo



Αντί σύντομου βιογραφικού σημειώματος

https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%A1%CE%BF%CE%BC%CF%80%CE%AD%CF%81%CF%84%CE%BF_%CE%9C%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%AC%CE%BD%CE%B9%CE%BF

Στα αυτοβιογραφικά στοιχεία του μυθιστορήματος ανήκει και η μετακόμιση της οικογένειας του συγγραφέα στο Μεξικό από τη Χιλή και αργότερα η εγκατάστασή του στην Ισπανία. Έχοντας κάνει και ο ίδιος διάφορες μικροδουλειές, έτσι και ο ήρωάς του κατά καιρούς εργάζεται ως φύλακας κατασκήνωσης, πλένει πιάτα σε εστιατόριο κ.ά. Ο Μπελάνιο πέθανε το 2003 από σοβαρή ηπατική ασθένεια, μα και ο Αρτούρο έχει αντίστοιχα προβλήματα, υποφέρει και παίρνει φάρμακα. Επιλέγει να συνεχίσει να ζει για χάρη του γιου του, όπως και ο συγγραφέας αλλάζει πλεύση ζωής όταν γίνεται πατέρας. Επίσης, το οπτικό ποίημα της Σεσάρεα δεν είναι τυχαίο, αφού και ο ίδιος πριν στραφεί στο μυθιστόρημα, εξερεύνησε τις δυνατότητες αυτού του είδους.


143 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

コメント


Thanks! Message sent.

bottom of page