top of page
Αναζήτηση
  • Εικόνα συγγραφέαrosebud

ΣΥΓΚΑΤΟΙΚΟΣ, 32 κομμάτια του Βασίλη Τσιμπούκη



ΣΥΓΚΑΤΟΙΚΟΣ, 32 κομμάτια – Βασίλης Τσιμπούκης, εκδ. LOGGIA, 2022


« Έτσι έχω σε μερικά τεμάχια μιαν επιγραφήν ονομασία η οποία δεν αλλάζει την μουσική μορφή, μάλλον επίσης δίδει ένα μικρό νοητό παίξιμο σ’ ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο μουσικό τεμάχιο. Αυτά τα κομμάτια μπορούν να δώσουν εις τον πιανίστα μιαν εξαιρετική έξαρσι παιξίματος».

                                                                                                        Νίκος Σκαλκώτας, Αθήνα 1940


Με αυτά τα λόγια κλείνει το πρώτο κεφάλαιο «Μερικαί παρατηρήσεις εις τα έργα για πιάνο» ως ένα προοίμιο που «η μούσα», στη συγκεκριμένη περίπτωση ο  Ν. Σκαλκώτας (1904-1949), νουθετεί τον μουσικό που θα εκτελέσει το πιανιστικό έργο του για τον τρόπο που θα ερμηνεύσει τα «τριάντα δύο τεμάχια για πιάνο». Ο συγγραφέας Βασίλης Τσιμπούκης ακολουθώντας πιστά τις οδηγίες για τη μορφή, τον ρυθμό και το είδος της συγγραφικής, εδώ πια, σύνθεσης,  συνδιαλέγεται, ζει με το πνεύμα του βιογραφούμενού του γράφοντας ένα στιβαρό αλλά λεπτοφυές μυθιστόρημα, μια «ιδιότεχνη» ψυχολογική βιογραφία του μεγάλου συνθέτη μέσα, όμως, από την παρεμβολή ενός εμμονικού του θαυμαστή.




Αθήνα, 2019, ένας άνδρας, που δεν μαθαίνουμε ποτέ το όνομά του, γύρω στα εξήντα, έγκλειστος ‒ κυριολεκτικά και μεταφορικά‒ στο διαμέρισμά του και στις σκέψεις του, σε έναν εσωτερικό μονόλογο που διαρκεί όσο το μυθιστόρημα, διακοπτόμενος από κάποια ιντερμέτζο-διαλείμματα, ζει με τη φασματική παρουσία κάποιου που θαυμάζει απεριόριστα το μουσικό του έργο — του Νίκου Σκαλκώτα.

«Μένω με κάποιον. Άλλοτε είναι υπερβολικά παρών, ενοχλητικά, ανυπόφορα, αναξιοπρεπώς παρών, άλλοτε άφαντος, εξαφανισμένος, βαρύθυμος, απρόβλεπτα ήσυχος, παρατημένος, απών σαν νεκρός».  

Αυτοχαρακτηρίζεται ως «ο χαρτογράφος και ο απολογητής» του, μόνο που ανασυνθέτοντας τα θραύσματα της ζωής του συνθέτη εισβάλλουν, παράλληλα, δικές του αναμνήσεις, μνήμες, υπαρξιακές αναρωτήσεις, σε μια προσπάθεια απολογισμού της ζωής του:

«Λίγο να συναντήσω την ιστορία σου. Ή μήπως τη δική μου με αφορμή τη δική σου;»

«Άλλο όμως θέλω να πω, να θυμηθώ να σε ρωτήσω, φοβόσουν τον θάνατο; Όσο εγώ μικρός;»


Ο άνδρας-αφηγητής παρόλο που φαίνεται να παρεκκλίνει πολλές φορές από την οδό της λογικής («Κάθομαι να φάω με το παλτό μου. Δεν θυμάμαι να έχω μαγειρέψει»), στην ουσία  στη φασματική  αυτή  παρουσία που έχει εφεύρει και στους διάφορους ρόλους που ο ίδιος υποδύεται, προβάλλεται ένας πληγωμένος, θρυμματισμένος εαυτός που προσπαθεί να λυτρωθεί («Όταν ο ένας, ο άλλος, εγώ, που έγινα εσύ …  », «Εγώ, ένας συνθέτης, εσύ από μέσα μου, εγώ ως εσύ να είμαι εν γνώσει μου σ΄ ένα σκοτάδι που ρίχνεται καταπάνω μας»).


Όμως η κατάσταση προχωρά περισσότερο όταν μεταστάντες και οικείοι του συνθέτη και του ανώνυμου άνδρα συναντιούνται, και σαν καλές φίλες σε επανασύνδεση η Δέσποινα (μητέρα του άνδρα) και η Κική (αδελφή του Ν. Σκαλκώτα) εξιστορούν τις ζωές τους. Ένα από τα ευρηματικότερα σημεία του βιβλίου (προσωπική άποψη) είναι το σμίξιμο και ο αποχωρισμός των δύο γυναικών, πώς σωματοποιείται το συναίσθημα και παλεύει να εκφραστεί διά του λόγου:

«Tέλος χρόνου Κικής, Δέσποινας. Χαϊδεύει η μια την ανοιχτή παλάμη της άλλης. Η άλλη τη σφίγγει στον καρπό. Η μια ρίχνει το κεφάλι πίσω, η άλλη σαν να σκύβει να τη μυρίσει στον λαιμό. Η μία να σπρώχνει, η άλλη να θέλει να κολλήσει πάνω της».



Για τα "32 κομμάτια κομμάτια", από τη Βιβλιοθήκη Λίλιαν Βουδούρη (https://digital.mmb.org.gr/digma/handle/123456789/60645) Αρχείο Ν. Σκαλκώτα

Ο άνδρας μέσα από τον μονόλογό του, τους εναλλασσόμενους ρόλους και την εκδραμάτιση της ζωής του «συγκατοίκου» του καταφέρνει στα δύο τελευταία κεφάλαια, αν και με δυσκολία, να τον αποχαιρετήσει, και να βγει και ο ίδιος λυτρωμένος στο φως του αθηναϊκού πρωϊνού. Ο συνθέτης έχει πια αποκατασταθεί: «Τελειωμένα, περασμένα, το ξέρεις, σου το είπα πως έχεις πια αναγνωριστεί. Η αφάνεια σ΄ έχασε από τα μάτια της», και ο άνδρας-αφηγητής χάνεται κι αυτός μέσα στη μουσική.


 Δεν γνωρίζουμε γιατί ο άνδρας επιλέγει τον συνθέτη για να εκτελέσει αυτόν τον υπαρξιακό αναστοχασμό ή και ψυχοθεραπεία θα λέγαμε. Ο ίδιος ήδη από την αρχή αναρωτιέται: «Γιατί όχι ένας από τους αγαπημένους μου γραφιάδες; Eίχε ανοίξει ανάμεσά μας ο δρόμος. Ένα πέρασμα. … Δεν θα ήταν καλύτερα να σήκωνα το κεφάλι και να αντίκριζα τον πρόσφατα πεθαμένο πατέρα μου;». Μήπως αυτό το πέρασμα είναι για τον συγγραφέα πια οι αισθήσεις και οι μνήμες που η μουσική ανακαλεί ή η ιδιοφυΐα του Νίκου Σκαλκώτα, που παρά τη δύσκολη ζωή του συνέχιζε να γράφει δίχως ανταπόκριση, παρά για το μέλλον;


O B. Tσιμπούκης χτίζει τη ραχοκοκαλιά του έργου του πάνω στα «32 κομμάτια για πιάνο» (1940) του Νίκου Σκαλκώτα, διατηρώντας μάλιστα αρκετούς από τους τίτλους τους στα κεφάλαια του Συγκατοίκου, διακοπτόμενα από έντεκα  ιντερμέτζο — τα περισσότερα από την προσωπική αλληλογραφία του συνθέτη (περιέχονται στο Νίκος Σκαλκώτας, Νεανικές επιστολές, εκδ. LOGGIA, 2022) και κάποια από εφημερίδες της εποχής της ημερομηνίας του θανάτου του, 20 Σεπτεμβρίου 1949.

Είναι συγκινητικός ο τρόπος που ο συγγραφέας σκύβει πάνω από το προς εξερεύνηση υλικό του, το ανατέμνει, το ανασυνθέτει και υπογράφει εν τέλει μια θραυσματική βιογραφία του Ν. Σκαλκώτα, ξεκινώντας από τη γενέτειρά του τη Χαλκίδα, τα χρόνια του Βερολίνου, την εγκατάλειψή του από τη Ματίλντε, τον θάνατο του παιδιού του και, τέλος, την επιστροφή του στην προπολεμική Αθήνα, όπου το μουσικό κατεστημένο τόσο τον απαξίωσε και ματαίωσε το πρωτοποριακό έργο του όσο ζούσε («Το πεπρωμένο της ματαιωμένης σου τέχνης αίφνης στα αζήτητα»). Ένα παζλ που ο ενεργός αναγνώστης καλείται να συναρμολογήσει.


Ο λόγος του Β. Τσιμπούκη είναι δεμένος, μεστός, πυκνός, κρυπτικός και υπαινικτικός, μικροπερίοδος όπου κάθε λέξη έχει τη θέση της στην πρόταση, και αν και αποστραγγισμένος από μεγαλόσχημα λόγια και  συναισθηματισμούς είναι ποιητικός και συμπονετικός.

«Γλιστράμε, μετεωριζόμαστε. Πάνω στο στρώμα μού λες: “Το παιδί μου θα γεννηθεί δύο μέρες μετά τον θάνατό μου”».


Μια από τις πολύ καλές στιγμές της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας· ελπίζουμε ο Βασίλης Τσιμπούκης να μας χαρίσει κι άλλα έργα του.


ΥΓ. 1: Θα εκτιμήσει καλύτερα ο αναγνώστης τον Συγκάτοικο αν ενημερωθεί για τη ζωή του Νίκου Σκαλκώτα. Επίσης, πολύ διαφωτιστικό το αφιέρωμα της ΕΡΤ, ΜΝΗΜΗ ΝΙΚΟΥ ΣΚΑΛΚΩΤΑ | 30 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ (19-9-1949) | ΕΡΤ | 1979, παραθέτω τον σύνδεσμο: https://www.youtube.com/watch?v=-XpDaR4qRjM

ΥΓ. 2: Aκούμε τα «32 κομμάτια για πιάνο»: https://www.youtube.com/watch?v=lSpTbEAGIQc

ΥΓ. 3: Το βιβλίο Ν. Σκαλκώτας - Νεανικές επιστολές (εκδ. LOGGIA, 2022) είναι σίγουρα ένα προσεχές ανάγνωσμα!



Βιογραφικό (από εκδόσεις LOGGIA)

Ο Βασίλης Τσιμπούκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1958 και σπούδασε πολιτικές επιστήμες. Το 1983 εκδόθηκε η ποιητική του συλλογή Γεώργιος Δερμών, εκδόσεις Πρόσπερος. Από το 1994 μέχρι το 2002 επιμελήθηκε την αγγλοσαξονική και αμερικανική λογοτεχνική σειρά των εκδόσεων Οδυσσέας. Στις ίδιες εκδόσεις μετέφρασε έργα του Ρέιμοντ Κάρβερ (Καθεδρικός ναός, 1992), Θίοντορ Ντράιζερ (Η μικρή μας Κάρυ, 1988), Ντέιβιντ Λίβιτ (Ερωτικός χωρός, 1988) και Τίμοθι Μο (Γλυκόξινο, 1982). Εργάζεται στον ιδιωτικό τομέα.

66 Προβολές0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Thanks! Message sent.

bottom of page