top of page
Αναζήτηση

ΣΙΝΕΜΑ RUBEN ÖSTLUND (Ρούμπεν Έστλουντ)

Εικόνα συγγραφέα: rosebudrosebud

Έγινε ενημέρωση: 16 Σεπ 2022



ΡΟΥΜΠΕΝ ΕΣΤΛΟΥΝΤ (Ruben Östlund)/ AKOYΣΙΑ (2008), PLAY (2011)


Τον Σουηδό σκηνοθέτη Ρούμπεν Έστλουντ (Ruben Östlund) τον πρωτογνωρίσαμε το 2015 με την εξαιρετική ταινία του «Ανωτέρα Βία» (Turist). Νομίζω ότι για εκείνη τη χρονιά ήταν η ταινία που προκάλεσε τις περισσότερες συζητήσεις, γιατί έθιγε με τρόπο ήσυχο και καθημερινό κοινωνικά και οικογενειακά καυτά θέματα. Χάρηκα πολύ που επανεμφανίστηκε με το «Τετράγωνο» (δεν το είδα ακόμα) και από αυτά που διάβασα καταλαβαίνω ότι ακολουθεί την ίδια θεματική. Αυτό μου κέντρισε την περιέργεια και το ενδιαφέρον να ψάξω παλαιότερες ταινίες του (νομίζω ότι η μία πρέπει να έχει παιχτεί στη χώρα μας σε κάποιο φεστιβάλ) και έτσι ανακάλυψα το ΑΚΟΥΣΙΑ (2008), και το PLAY (2011).


AΚΟΥΣΙΑ (2008)

Σπονδυλωτή ταινία που αποτελείται από πέντε ανεξάρτητες ιστορίες. Μια οικογενειακή γιορτή που ο οικοδεσπότης τραυματίζεται πετώντας πυροτεχνήματα προς τέρψιν των καλεσμένων του, αλλά παρόλο που υποφέρει, συνεχίζει για να μη χαλάσει τη βραδιά. Μια δασκάλα κάνει στην τάξη της ένα πείραμα για να αποδείξει στους μικρούς μαθητές της πόσο επηρεαζόμαστε από τη γνώμη των πολλών. Η ίδια αργότερα καταγγέλλει έναν συνάδελφό της επειδή άσκησε βία σε έναν μαθητή και μοιραία απομονώνεται από την κοινότητα των καθηγητών. Ένας οδηγός τουριστικού λεωφορείου απειλεί να ακινητοποιήσει το όχημα του αν δεν φανερωθεί αυτός που έκανε ζημιά στην τουαλέτα του. Μια παρέα νέων ανδρών σκαρώνει μια χοντροκομμένη φάρσα σ' ένα μέλος της. Δύο ναρκισσευόμενες έφηβες ανεβάζουν στο Διαδίκτυο τολμηρές φωτογραφίες, πειράζουν περαστικούς και μεθούν μέχρι τελικής πτώσης.

Ο σκηνοθέτης παρακολουθεί και καταγράφει τους ήρωές του με συμπάθεια, αλλά δεν μας δίνει την άποψή του ούτε κρίνει τις πράξεις τους. Η κάμερά του έχει και αυτή προσαρμοστεί στην κοινωνιολογική ματιά του. Βλέπουμε πολλές φορές την πλάτη των ηρώων/προσώπων καθώς μιλούν και όχι τα πρόσωπα (σκηνή λεωφορείου) ή μόνο το ένα πρόσωπο και ακούμε τους συνομιλητές του (δασκάλα στο τέλος). Άλλες στιγμές δείχνει μόνο πόδια (ιστορία οικογενειακής γιορτής) ή δεν βλέπουμε το κεφάλι αλλά κάποιο άλλο μέρος του σώματος, και τελικά ένα μαύρο πλάνο. Οι ιστορίες ανακατεύονται μεταξύ τους χωρίς να έχουν νοηματική σύνδεση και με αρκετή δόση χιούμορ (σκηνή που ο πληγωμένος και κουρασμένος οικοδεσπότης θέλει να βάλει τα πιάτα στο πλυντήριο).

Όλα αυτά τα πρόσωπα, ασχέτως αν οι πράξεις τους δεν είναι πάντα κοινωνικά αποδεκτές ή χαρακτηρίζονται ακραίες, έχουν καλές προθέσεις και σίγουρα ο καθένας μας αναγνωρίζει σε αυτά αλήθειες και αδυναμίες. Μήπως θα έπρεπε να συνδιαλέγονται παραπάνω σε μια βάση ειλικρίνειας και να μην εξαρτώνται από τις κοινωνικές προκαταλήψεις; Όμως είναι αυτό εφικτό; Πόσο η κοινωνία επιβάλλεται στο άτομο; Το άτομο πώς μπορεί να αντιδράσει και να μην απομονωθεί; Η καθεμιά από τις ιστορίες αποτελεί μια μικρή κοινωνιολογική μελέτη, που δεν άπτεται τόσο στις πιθανές ιδιαιτερότητες της σουηδικής κοινωνίας, όσο στην συμπεριφορά του ατόμου γενικά και την ένταξή του στην κοινωνία. Δεν αναγνωρίζουμε άλλωστε χαρακτηριστικά του εαυτού μας σε μια από αυτές;



PLAY (2011)

Γκέτεμποργκ, σ' ένα εμπορικό κέντρο όπου δύο αγόρια 12-14 χρονών, καλοβαλμένα, κρατούν χαρούμενα τα ψώνια τους και συνειδητοποιούν κάποια στιγμή ότι έχουν χάσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Διαγωνίως μια παρέα πέντε αφροαμερικανών αγοριών, αντίστοιχων ηλικιών, φαίνεται να διοργανώνει ένα σχέδιο με στόχο τα δύο αγόρια. Δύο από τους πέντε τα πλησιάζουν και θέλουν να μάθουν τι ώρα είναι, τα αγόρια κοιτούν το κινητό τους και από εκεί ξεκινά το «παιχνίδι». Αντίστοιχο περιστατικό συμβαίνει λίγο αργότερα με την ίδια συμμορία των πέντε και τρία διαφορετικά αγόρια ( δύο Σουηδοί και ένας Ασιάτης), που δείχνουν και αυτά να προέρχονται από καλές, αστικές οικογένειες. Το «παιχνίδι» ξαναρχίζει. Με πρόσχημα την ώρα και το κινητό που εμφανίζεται, το ένα μαύρο αγόρι ισχυρίζεται ότι ένα ακριβώς ίδιο τηλέφωνο, με γρατζουνιές στο ίδιο σημείο, έκλεψαν από τον αδελφό του . Το «θύμα» λέει ότι το κινητό ήταν δώρο των γονιών του, ο άλλος αγριεύει, επιμένει ότι δεν είναι κλέφτης και ότι καλύτερα να το δει ο αδελφός του, ο οποίος βρίσκεται κάπου μακριά, και πρέπει να τον συναντήσουν για να διευθετηθεί το θέμα. Έτσι αρχίζει ένα οδοιπορικό με στάσεις και με ενδιάμεσες περιπέτειες, που καταλήγει σε έναν άνισο και με βέβαιο αποτέλεσμα αγώνα δρόμου, όπου ο νικητής κερδίζει ως έπαθλο τα υπάρχοντα (πορτοφόλια, κινητά, μπουφάν αξίας) της ηττημένης ομάδας. Φαίνεται δίκαιο. Η ενηλικίωση έχει μόλις ξεκινήσει…

Όπως διαβάζω πρόκειται για πραγματικά περιστατικά bullying (40 τον αριθμό), που έλαβαν χώρα στο Γκέτεμποργκ, μεταξύ 2006 και 2008. Οι «δράστες» χρησιμοποιούσαν «το κόλπο του αδελφού», μοιράζοντας τους ρόλους μεταξύ τους και, χωρίς να ασκούν σωματική βία παρά μόνο λεκτική, έφταναν στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

O σκηνοθέτης στήνει την κάμερά του και παρατηρεί τα τεκταινόμενα αμέτοχος, όπως και η κοινωνία των ενηλίκων άλλωστε. Τα πέντε παιδιά-δράστες έχουν τους ρόλους μοιρασμένους (ο καλός, ο κακός, ο διαπραγματευτής, ο άγριος, αυτός που συμπάσχει), είναι συνειδητοποιημένα, επιβάλλονται με το μέγεθος και τον αριθμό, ξέρουν και διαλέγουν καλά τα θύματά τους, αυτοσχεδιάζουν και οδηγούν το «παιχνίδι» μέχρι το τέλος.

Αντιθέτως, τα θύματα είναι ανέμελα, παιδιά που έχουν μια ζωή προστατευμένη, σαν υπνωτισμένα ακολουθούν, δεν αξιολογούν τον κίνδυνο, και δεν ξέρουν πώς να ζητήσουν βοήθεια. Είναι φοβισμένα, ευάλωτα, γι' αυτό και δεν αντιδρούν, γι' αυτό και γίνονται στόχος. Είναι πολύ χαρακτηριστική η σκηνή που βρίσκονται όλοι μαζί στην εξοχή και ένας από τους δράστες λέει στο θύμα «εγώ ρώτησα μόνο την ώρα, εσύ γιατί μου έδειξες το κινητό σου;». Βέβαια, παρά την καταγραφική ματιά του σκηνοθέτη, υπάρχουν στιγμές που διαφαίνεται πως η συνύπαρξη των εμπλεκόμενων ομάδων για μεγάλο χρονικό διάστημα τους φέρνει πιο κοντά και νομίζει κανείς ότι μπορεί και να γυρίσει η παρτίδα και η σχέση αυτή να μετατραπεί. Όμως, όχι, τα θύματα δεν μπορούν ν΄ αντιδράσουν οργανωμένα, σαν να μην μπορούν να βγουν απ' τον ρόλο τους.

Ο σκηνοθέτης μοιάζει να εμβαθύνει περισσότερο στο στερεότυπο πλούσιοι/φτωχοί παρά μαύροι /λευκοί, γι' αυτό ίσως και βάζει έναν Ασιάτη στην παρέα. Αναρωτιέται ο θεατής για τον κόσμο των ενηλίκων, πού να βρίσκεται; Οι γονείς των παιδιών-θυμάτων συμπεραίνουμε ότι είναι στελέχη επιχειρήσεων που εργάζονται ή μετακινούνται. Πάντως οι ενήλικοι αυτόπτες μάρτυρες του bullying στα μέσα μαζικής μεταφοράς άλλοτε κρύβονται, ή κοιτούν αδιάφορα ή δεν συμμετέχουν, παρά μονάχα μετά την πράξη προτείνουν να είναι μάρτυρες σε περίπτωση ανάγκης. Φοβούνται να επέμβουν ή φοβούνται μην κατηγορηθούν ως ρατσιστές; ( βλέπε στο τέλος της ταινίας τη σκηνή με τη γυναίκα). Θέλουν να βάλουν «τα δάκτυλα επί των τύπων των ήλων» πριν βοηθήσουν ( π.χ. στο fast food που τα παιδιά ζητούν βοήθεια).

Η ματιά του Έστλουντ είναι, επίσης, βαθιά ειρωνική και με τον τρόπο της υποδόρια κριτική. Δίπλα στη αδιαφορία παραθέτει και την ακραία πολιτισμένη και προστατευτική σουηδική κοινωνία. Η σκηνή με την κούνια στο τραίνο, η ευγένεια των ανθρώπων καθώς συνομιλούν, ο παραδειγματισμός των ανήλικων παραβατών στο τραμ. Πώς συνάδει η αδιαφορία και ο πολιτισμός; Ίσως η μπάντα των Ινδιάνων έχει την απάντηση.

Μια ταινία υπόδειγμα για το bullying και τις πολυπολιτισμικές κοινωνίες που σίγουρα θα πρέπει να προβάλλεται στα σχολεία. Τηρουμένων των αναλογιών μας αφορά όλους. Ο Έστλουντ,

μετά τον Χάνεκε, περιγράφει με μεγάλη οξυδέρκεια και αρκετή δόση χιούμορ τις παθολογίες της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας.


 
 
 

Comments


Thanks! Message sent.

Join my mailing list

© 2023 by The Book Lover. Proudly created with Wix.com

bottom of page