A Man Escaped/ Un condamné à mort s'est échappé ή Le vent souffle où il veut (1956) του Ρομπέρ Μπρεσόν (Robert Bresson)
To 1943 στην κατεχόμενη Γαλλία, o αντιστασιακός Φοντέν, φυλακισμένος στο Μονλούκ στη Λυόν, καταφέρνει να δραπετεύσει μαζί με ένα νεαρό αγόρι τον Ζοστ, συγκρατούμενό του.
Eίναι πολλές οι αγαπημένες ταινίες του μεγάλου αυτού σκηνοθέτη (ιδιαιτέρως το «Ημερολόγιο ενός επαρχιακού εφημέριου», 1951) με την καθαρή και απέριττη ματιά, δεν είχα δει όμως την παραπάνω μέχρι που έπεσα στην κυριολεξία πάνω της στο TV5 (17/1/2021). Γυρισμένη εξ ολοκλήρου σε μια φυλακή με μη επαγγελματίες ηθοποιούς, όπως το συνήθιζε άλλωστε ο σκηνοθέτης, είναι εμπνευσμένη από την αληθινή ιστορία του Αντρέ Ντεβινί (André Devigny).
Το μεγαλύτερο μέρος διαδραματίζεται στο κελί της φυλακής, όπου ο Φοντέν (François Leterrier) με το καταματωμένο πουκάμισό του, μόνος του ανάμεσα στους γυμνούς τοίχους οργανώνει με υποδειγματική λεπτομέρεια την απόδρασή του. Η αφήγηση, που γίνεται με voice over και τους λιγοστούς διαλόγους μεταξύ των κρατουμένων, εξυπηρετεί την αποφυγή μελοδραματισμών και δημιουργεί κλίμα ουδετερότητας, ενώ ταυτόχρονα έχει υπνωτιστική επίδραση και δύναμη για τον θεατή. Η ατμόσφαιρα είναι ρεαλιστική και η δράση, ενώ συμβαίνει στους τέσσερις τοίχους και στη σκέψη του Φοντέν, δημιουργεί στον θεατή μια υπόκωφη αγωνία που απλώνεται ήρεμα και σταδιακά, για να κορυφωθεί πραγματικά στη σκηνή της απόδρασης. Αυτό που κάνει ξεχωριστή την ταινία όμως είναι η σημασία των αντικειμένων, η χρήση τους και οι επιδέξιες κινήσεις των χεριών του Φοντέν – γιατί η απόδρασή του είναι εντελώς «χειροποίητη». Τα εργαλεία του θα είναι ένα κουτάλι, μια παραμάνα, λωρίδες ρούχων, ένα μολύβι, σύρματα από τον σομιέ του κρεβατιού του, το μεταλλικό πλαίσιο από τον εξαερισμό, κ.ά. Η κάμερα εστιάζει σε αυτά τα αντικείμενα (σύμβολα απελευθέρωσής του) και στα χέρια του Φοντέν, καθώς τα χειρίζεται τελετουργικά. Παράλληλα με τα εργαλεία, οι διάφοροι ήχοι που αυτά παράγουν, καθώς και τα πατήματα, το τραίνο που περνά, οι τουφεκισμοί - όλα τα παραπάνω παράγουν μια χαμηλόφωνη μουσική που πλαισιώνει το έργο.
Τα πρόσωπα και η ψυχολογία του Φοντέν και του Ζοστ (ο νεαρός συγκρατούμενος που τοποθετείται στο κελί λίγες μέρες πριν την απόδραση) αποτυπώνονται ευκρινέστερα στα άδεια πλάνα των τοίχων του κελιού. Το πρόσωπο και η καθαρή ματιά του Φοντέν αποπνέουν αθωότητα, πνευματικότητα, ισχυρή θέληση και πίστη στους σκοπούς του, εν αντιθέσει με τον Ζοστ -ο οποίος κατετάγη στον γερμανικό στρατό-, όπου το βλέμμα του περιέχει ίχνη ενοχής, μεταμέλειας ίσως και αβεβαιότητας. Οι υπόλοιποι συγκρατούμενοι εμφανίζονται στην καθημερινή ρουτίνα της φυλακής και με μικρά σημειώματα, ματιές και ψιθύρους επικοινωνούν μεταξύ τους. Είναι θαυμαστό πώς η λιτή, ζωγραφική ματιά του Μπρεσόν στη σκηνοθεσία κατορθώνει να πει πολλά με τα ελάχιστα δυνατά μέσα.
Η ταινία τιμήθηκε στο Φεστιβάλ Κανών το 1957 με το βραβείο σκηνοθεσίας και σίγουρα άφησε το αποτύπωμά της στον κινηματογράφο (βλ. Ο βαρυποινίτης του Αλκατράζ/Birdman of Alcatraz, Τελευταία έξοδος: Ρίτα Χέιγουορθ/The Shawshank Redemption).
Comments