Παρασκευή 9.00μ.μ, βρίσκομαι στην πολύπαθη Πλατεία Ομονοίας έξω από το «Μπάγκειον», ξενοδοχείο-φάντασμα πια, εις μνήμην άλλων ένδοξων εποχών, σπρώχνω την βαριά γεμάτη graffiti πόρτα και περνώ σε άλλη ατμόσφαιρα. Εσωτερικά ένα ρημάδι το Μπάγκειον αλλά με αξιοπρέπεια στέκεται, με τους υπερμεγέθης καθρέπτες του, την φαρδιά μαρμάρινη σκάλα με την κουπαστή. Με καλωσορίζουν στην είσοδο, ακούγονται μουσικές δυνατά από τον πάνω όροφο, μουσικές παράταιρες, φωτισμός χαμηλός, με αρπάζει -χορεύοντας ταυτόχρονα- ένας χαρούμενος νέος άνδρας με στολή δύτη, κάτι μου λέει που δεν προλαβαίνω να αντιδράσω και με οδηγεί στην θέση μου μέσα σε μία τεράστια παραλληλόγραμμη σάλα, όπου οι θεατές καθόμαστε περιμετρικά. Έτσι αρχίζει λοιπόν το τελετουργικό για την θεατρική παράσταση «Το Δόντι του Καρχαρία» της Έλενας Ακανθιάς σε σκηνοθεσία της Ζωής Δρακοπούλου.
«Έτσι είναι, αιώνες τώρα τίποτα δε ολοκληρώνεται, τίποτα δεν τελειούται, μονάχα κύκλο κάνει. Και η πληγή ακόμα. Εμπρός, λοιπόν, μετράτε τις πληγές που σας χαρίζει το δόντι του καρχαρία….».
Tρεις διαδοχικοί μονόλογοι, από τρεις άνδρες/ζώα που διηγούνται, σχολιάζουν και καταθέτουν τα συναισθήματά τους σχετικά με γεγονότα - εμπειρίες ζωής, με επίκεντρο πάντα την σχέση τους με το άλλο φύλο, το «θηλυκό». Μετά οι ρόλοι αλλάζουν, τα ίδια πρόσωπα «ενδύονται» τον ρόλο της γυναίκας και ακούμε την ιστορία με άλλη ματιά. Στο τέλος ο «καθρέπτης/κείμενο» στρέφεται προς τον θεατή και τον κοιτά στα μάτια.
Το αιχμηρό, ενίοτε σαρκαστικό, μεταμοντέρνο κείμενο της Έλενας Ακανθιάς, ερευνά,συχνά με στοιχεία αστυνομικού χρονικού, τα κοινωνικά στερεότυπα που βαραίνουν τα δύο φύλα. Δανειζόμενη χαρακτηριστικά του ζωικού βασιλείου για τα πρόσωπα, μας καταθέτει με λόγο χειμαρρώδη και κοφτερό, ένα γυναικείο μανιφέστο που κατορθώνει μέσα σε μία ώρα (τόσο κρατά η παράσταση περίπου) όχι μόνο να αγγίξει, αλλά να σκάψει βαθιά στην κοινωνική πεπατημένη των ρόλων των φύλων, ταυτόχρονα δίνοντας ψυχαναλυτικές και φιλοσοφικές προεκτάσεις. Πόσο εύκολα όμως τα στερεότυπα της κοινωνίας μας, έχουν ενσωματωθεί στην ανδρική αλλά και την γυναικεία φύση και διαιωνίζουν αυτά τα δίπολα; Η συγγραφέας φαίνεται να υποστηρίζει την άποψη που ακούγεται και επαναλαμβάνεται στην παράσταση πολλές φορές : «αἰτία ἑλομένου θεὸς ἀναίτιος», δηλαδή, ο θεός δεν έχει ευθύνη για τις πράξεις αυτών που έχουν ελευθερία επιλογής. Έτσι, δεν φταίει μόνο το δοσμένο και κληροδοτημένο ανά τους αιώνες σύστημα κοινωνικών χαρακτηριστικών των φύλων αλλά και η εκούσια αποδοχή των ίδιων των γυναικών που τα υιοθέτησαν και τα διαιωνίζουν.
«Νομίζω χέρια είμαστε. Όχι αφή. Χέρια. Χέρια. Χ ρ ε ί α. Χρεία. Χέρια που τους ανήκουν, δικά τους, όχι δικά μας. Εμείς απλώς είμαστε χέρια».
Η σκηνοθέτης Ζωή Δρακοπούλου, αποδομεί τον ιδιαίτερο αυτό λογοτεχνικό λόγο, δίνοντας στα πρόσωπα διπλές έμφυλες ταυτότητες αλλά και ζωικά χαρακτηριστικά, ώστε όχι μόνο βοηθά το στοιχείο του εγκιβωτισμού του κειμένου αλλά λειτουργεί παράλληλα επεξηγηματικά, ως προς τον θεατή. Πολύ αξιόλογες οι πολυφωνικές σκηνές του συνόλου. Το μόνο στοιχείο που ίσως μπέρδευε και θα έπρεπε να είναι πιο διακριτό, είναι η εμφάνιση της Έλενας. Θαυμάσια, η ενδυματολόγος-εικαστικός Λίνα Καρανικολάου, οπτικοποίησε τις άυλες πτυχές του κειμένου με τα ευρηματικά της κοστούμια, ιδιαίτερα με τις φούστες/σακιά που μοιάζουν να έχουν συσσωρεύσει και να κουβαλούν τα βάρη μιας ζωής. Ο Νικόλας Μίχας, ο Θεμιστοκλής/ «ένας αρρενωπός γορίλας», γλιστρά με όση χάρη και ελαφράδα χρειάζεται ένας εκπρόσωπος της κοινωνικής υποκρισίας ώστε να μπορεί να ελίσσεται σε ανακόλουθες πράξεις και λόγια. Ο Γιώργος Σύρμας, ως μπρουτάλ βιοπαλαιστής υδραυλικός/ καρχαρίας, ενσαρκώνει αρκετά περιγραφικά τον λαϊκό τύπο, που δεδομένων των περιστάσεων η οργή του μετατρέπεται φανερά σε βία. Ο Λάμπρος Γραμματικός, μαθητής/μέδουσα, έχει τον πιο δυσανάγνωστο και σκοτεινό ρόλο, όπου ελοχεύει φανερά ένα φροϋδικό σύμπλεγμα και καταλήγει σε ένα είδος βιασμού. Αποδίδει τον ρόλο του με τον σπασμωδικό, ασθμαίνοντα και άγουρο συναισθηματικά τρόπο ενός δεκαεπτάχρονου.
Θα καταφέρουμε άραγε να βγάλουμε από μέσα μας τα δόντια του καρχαρία;
Η παράσταση ολοκληρώνεται με την έκθεση των σχεδίων των κοστουμιών και την μακέτα του σκηνικού, στην διπλανή αίθουσα. Στην έξοδο υπάρχει «κυτίο» για να πληρώσει ο θεατής ή και όχι, το αντίτιμο που επιθυμεί (αντί για εισιτήριο που δεν υπάρχει). Το όλο εγχείρημα στο συγκεκριμένο χώρο, το Μπάγκειον, πιστεύω ότι είναι μία «ζωντανή εγκατάσταση» και πέρα του θεατρικού ενδιαφέροντος, έχει το χαρακτήρα της εμπειρίας.
Ταυτότητα Παράστασης
Σκηνοθεσία: Ζωή Δρακοπούλου, Σκηνογραφία: Φωτεινή Ματζόγλου Sound Design: Δημήτρης Μπαρνιάς, Κουστούμια: Λίνα Καρανικολάου Σχεδιασμός Φωτισμών: Αντρέας Κούρτης, Βοηθός Σκηνοθέτη: Αναστασία Λόλα Δραματουργική επεξεργασία: Η Ομάδα. Ερμηνεύουν: Λάμπρος Γραμματικός, Νικόλας Μίχας, Γιώργος Σύρμας
Η ομώνυμη νουβέλλα της Έλενας Ακανθιάς κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.
Ο ακανθίας, κεντρόνι ή ακανθώδες σκυλόψαρο (επιστημονική ονομασία Squalus acanthias) είναι το πιο γνωστό σκυλόψαρο, μέλος της οικογένειας των σκυτελλιδών. Το κύριο χαρακτηριστικό του ακανθία είναι οι δύο άκανθες μπροστά από το πρώτο και δεύτερο ραχιαίο πτερύγιο. Απαντάται σε ρηχά νερά και σε μεγαλύτερες αποστάσεις από τις ακτές, κυρίως σε εύκρατες θάλασσες. Έχει πιστοποιηθεί ότι ζει πάνω από 100 χρόνια.
Comments